Μουσικές φυγές στην περιφέρεια
του αθηναϊκού κέντρου: About
του ΓΙΑΝΝΗ ΣΒΩΛΟΥ
Ασφαλώς κάθε σοβαρός φιλόμουσος έχει αντιληφθεί ότι, τώρα που σταμάτησαν οι μεγάλοι κύκλοι μουσικής δωματίου στο Μέγαρο Μουσικής, αίφνης η συνεισφορά μικρότερων διοργανωτών άρχισε να προβάλλει σημαντική για τη μουσική μας ζωή. Ύστερα από δύο δεκαετίες λαμπερής, υπερπροβεβλημένης, προκλητικά πολυέξοδης και προβληματικά ξενόφερτης μουσικής ζωής (ο υγιής, ισορροπημένος διάλογος με το τί συμβαίνει στο εξωτερικό είναι κάτι ολότελα διαφορετικό και οι όροι διεξαγωγής του με τα εγχώρια θα έπρεπε να διέπονται από προσεκτικά σταθμισμένη δεοντολογία) ο λόγος περνά στους «μικρούς» και παραγκωνισμένους. Ταυτόχρονα, στο πέρασμα της εικοσαετίας ενηλικιώθηκε καλλιτεχνικά μια πλατιά βάση μουσικών, οι οποίοι ανήκουν σε νεώτερες γενιές, διαθέτουν καλή εκπαίδευση και παιδεία, καθώς επίσης ικανή εμπειρία της ευρωπαϊκής μουσικής ζωής. Όλοι αυτοί ζητούν τώρα πιεστικά και δικαιολογημένα να πουν και να κάνουν τα δικά τους. Ταυτόχρονα, το τοπίο παραγωγής εκδηλώσεων κλασικής μουσικής έχει διαφοροποιηθεί? είτε αυτό σημαίνει φρεσκάρισμα ιστορικών χώρων όπως ο «Παρνασσός», είτε εκσυγχρονιστική αναβάθμιση υπαρχόντων όπως στην περίπτωση του Ινστιτούτου «Γκαίτε», είτε απλώς ανάδυση απρόβλεπτων νέων, «εναλλακτικών», όπως στις περιπτώσεις του About και του Beton, ή και νέων οικονομικά αυτοδύναμων παικτών όπως το ίδρυμα «Θεοχαράκη» και το «Ωνάσειο». Όλ’ αυτά ασυζητητί αλλάζουν τους όρους του παιχνιδιού ανακατεύοντας την τράπουλα. Εγγυώνται άραγε την συνέχιση ή την ανάδυση μιας νέας, ισορροπημένης, οικονομικά βιώσιμης –ναι: οφείλουμε επιτέλους να γίνουμε πραγματιστές!- μουσικής ζωής; Πολλαπλά δύσκολος ο χρονισμός, και το μέλλον, όπως επίσης το αποτέλεσμα, αβέβαιο…
H Μαριλένα Δωρή και ο Στέφανος Νάσος
Για το About, που βρίσκεται στου Ψυρρή, δυο βήματα από την Πλατεία Μοναστηρακίου, έχουμε γράψει ξανά στον παρόντα ιστότοπο, με αφορμή μουσικές εκδηλώσεις που παρακολουθήσαμε εκεί παλαιότερα. Πρόκειται για ένα μεσαίου μεγέθους χώρο πολιτισμού με σύνθετη ταυτότητα, ο οποίος συστεγάζει και υποστηρίζει τα εικαστικά, την μουσική και την ποίηση, επιχειρώντας στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του (ασφαλώς δεν φιλοδοξεί να αναμετρηθεί με το Ντάρμστατ ούτε με το Φεστιβάλ της Άργκεριτς στο Βερμπιέ!) σημαντικά ανοίγματα στο πεδίο της διεθνούς σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας. Παίρνοντας ως αφετηρία το πασίγνωστο ενδιαφέρον του Γάλλου συνθέτη Ολιβιέ Μεσιάν για τα πουλιά, το Σαββατοκύριακο 10 και 11/11/2012, η φλαουτίστρια Μαριλένα Δωρή και ο πιανίστας Στέφανος Νάσος παρουσίασαν εκεί ένα ενδιαφέρον πρόγραμμα με έργα από Ευρώπη και Ασία και θεματικό άξονα την φύση. Οι δυο μουσικοί επέλεξαν το ρεπερτόριό τους δίχως ψυχαναγκασμούς, συνδυάζοντας συνθέσεις του 20ού κυρίως αιώνα. Ξεκινώντας από τον Σούμπερτ, έκαναν ένα πελώριο χρονικό άλμα για να κινηθούν στην περιοχή του μεταπολεμικού μοντερνισμού, δίνοντας επιπλέον έμφαση στο παρόν. Αναψυκτικό, με προφανές ειδικό ενδιαφέρον εστιασμένο στην εργογραφία του φλάουτου, το πρόγραμμα τράβηξε λιγοστό ακροατήριο, έδωσε υγιή δημιουργική διέξοδο στους μουσικούς και πρόσθεσε ψηφίδες στα ακούσματά μας.
Η βραδιά ξεκίνησε παραδοσιακά με την σύνθεση του Φραντς Σούμπερτ Εισαγωγή και παραλλαγές για φλάουτο και πιάνο στο τραγούδι Ξεραμένα λουλούδια (Trockne Blumen D. 802, 1824), βασισμένη σε μια μελωδία από τον κύκλο τραγουδιών Η ωραία μυλωνού. Πρόκειται για την μοναδική αυθεντική σύνθετη του Σούμπερτ για φλάουτο και ένα από τα δυσκολότερα κομμάτια στην φιλολογία του οργάνου. Αποτελείται από εννιά μέρη, Εισαγωγή, Θέμα και επτά παραλλαγές, και διαρκεί σχεδόν 20΄. Μετά την εισαγωγή και την έκθεση του θέματος, τις οποίες διέπει τυπικά σουμπέρτια γλυκύτητα και μελαγχολία, ξεκινούν οι παραλλαγές που εκτυλίσσονται με αύξουσα συνθετότητα, εξερευνώντας τις διάφορες εκφραστικές/τεχνικές δυνατότητες του οργάνου ώσπου να το ωθήσουν βαθμιαία στα όριά του. Εκλεκτή, ακμαία μουσικός, η Μαριλένα Δωρή αναμετρήθηκε με το δύσκολο αυτό έργο με αυτοπεποίθηση, προσφέροντας ένα ακρόαμα υψηλής μουσικότητας, δεξιοτεχνικά συναρπαστικό, ενώ, ταυτόχρονα, παρήγαγε χώρο στην ερμηνεία της για προβολή του ευρέως φάσματος διαθέσεων της μουσικής. Ακολούθησαν οι Ήχοι του δάσους (1978) της Σοφίας Γκουμπαϊντούλινα (γεν. 1931). Ήταν μια μουσική μινιατούρα της τότε 47χρονης μαθήτριας του Σοστακόβιτς, με ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό ήχο, γεμάτο μιμήσεις από κελαϊδίσματα πουλιών, παιχνίδια με την ηχώ, έως και μνήμες από Ντεμπισί. Δόθηκε ανάλαφρα και αβίαστα.
Στο κέντρο της βραδιάς βρέθηκε Ο κότσυφας (Le merle noir, 1952) του Ολιβιέ Μεσιάν, ένα από τα διασημότερα κομμάτια γαλλικής μουσικής για το φλάουτο του 20ού αιώνα. Γράφτηκε ως παραγγελία από την διεύθυνση του Ωδείου του Παρισιού, όπου ο συνθέτης εργαζόταν τότε ως καθηγητής, για να χρησιμεύσει ως δοκιμασία στις εξετάσεις στην τάξη του φλάουτου. Πρόκειται για ένα από τα πρωιμότερα δείγματα σύνθεσης του μουσικού ορνιθολόγου Μεσιάν που βασίζεται σε μελέτη τραγουδιού κάποιου πουλιού. Διαρκεί κάτι περισσότερο από 5΄ και, βέβαια, γέμει από τα κλασικά πλέον ακούσματα της μουσικής του δημιουργού της «Τουρανγκαλίλα»: πιανιστικά και φλαουτιστικά «τιτιβίσματα», σύντομα κατοπτρικά ρυθμικά κύτταρα, μετέωρες αρμονίες στο πιάνο, επιθετικές ριπές μελωδικής φραστικής, «κρωξίματα» κλπ. Δόθηκε με την δέουσα, παιγνιώδη άνεση και αθλητικό σφρίγος. Ακολούθησε το Από την ατμόσφαιρα (2003) της Λότα Βενεκόσκι (γεν.1970). Ήταν ένα ενδιαφέρον κομμάτι στο οποίο η επιτυχημένη Φιλανδή συνθέτρια αξιοποιεί τις πλέον προηγμένες τεχνικές παιξίματος του φλάουτου –φυσήματα, πεταρίσματα, συλλαβισμό μέσα από το επιστόμιο, κοφτές, αιχμηρές κραυγές, πολύ αργόσυρτη άρθρωση κλπ- για αντλήσει τελείως σύγχρονα ακούσματα, διατηρώντας, ωστόσο, στον ορίζοντά της ευανάγνωστο το στοιχείο της λυρικής έκφρασης. Περισσότερο στο στοιχείο της απ’ ό,τι –ίσως- σε οποιοδήποτε άλλο κομμάτι της βραδιάς, η Δωρή πρόσφερε μια αιθέρια, άκρας προσήλωσης ανάγνωση.
http://www.classicalmusic.gr/?p=2597
26/11/2012




