Για την έκθεση ταπισερί
της Καίτης Σταυρούδη
Αξιότιμη Κα Αντιπρόεδρε του ΔΣ του Τελλογλείου Ιδρύματος Τεχνών ΑΠΘ, Κα Γιαννούλα Καρύμπαλη, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής,
Αξιότιμη Κα Γενική Γραμματέα του ΔΣ του Τελλογλείου Ιδρύματος Τεχνών, Κα Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης Σχολής Καλών Τεχνών,
Αξιότιμη Κα Λιλίκα Ζέρβα,
Φίλες και φίλοι,
Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω το Διοικητικό Συμβούλιο του Τελλογλείου Ιδρύματος Τεχνών για την αποδοχή της δωρεάς των ταπισερί της Καίτης Σταυρούδη, καθώς και για τη διοργάνωση της έκθεσης.
Μ’ αυτό τον τρόπο υλοποιείται κι ένας δικός μου στόχος ώστε το ευρύ κοινό, ακόμη και της νεώτερης γενιάς, να έρθει σ’ επαφή με τις δημιουργίες της Καίτης Σταυρούδη. Επίσης θα ήθελα να επισημάνω ότι η αείμνηστη Αλίκη Τέλλογλου και η Καίτη Σταυρούδη ανέπτυξαν μια αλληλοεκτίμηση και φιλία από πολύ παλιά, πριν από τη δεκαετία του 70.
Με την Καίτη Σταυρούδη γνωριστήκαμε το 1970, σε μια περίοδο δύσκολη για εκείνην, μετά από ένα τραυματικό διαζύγιο, χωρίς δικά της εισοδήματα. Προσπαθώντας να επιβιώσει οικονομικά, έκανε αυτό που ήξερε να κάνει καλά, δηλαδή να ζωγραφίζει. Εκείνη την εποχή ζωγραφίζει πάνω σε ύφασμα – υφασμάτινες γυναικείες τσάντες, τραπεζομάντηλα, ρούχα κ.α. Παράλληλα, έχοντας αρχίσει να ενδιαφέρεται ήδη από πενταετίας για την ελληνική παραδοσιακή φορεσιά, έχει δημιουργήσει ένα πρώτο αρχείο με σκίτσα, φωτογραφίες, βιβλία για το θέμα αυτό.
Ακριβώς τότε ξεκίνησε η σχέση μου με την Καίτη, που έμελλε να γίνει και να είναι σχέση ζωής, μέχρι που «έφυγε» το 2015.
Σ’ αυτή την πρώτη φάση της δημιουργίας της, αποφάσισε να ασχοληθεί με το «γραφτό» κέντημα της παραδοσιακής φορεσιάς και να το μεταφέρει στη σύγχρονη εποχή. Αντιγράφει σχέδια και τα ζωγραφίζει επάνω σε νέα φορέματα, τα οποία σχεδίαζε μόνη της και κατασκεύαζε με συνεργάτες μοδίστρες – πατρονίστ.
Εκείνη την εποχή κάναμε πολλά ταξίδια και επισκέψεις σε λαογραφικά μουσεία και συλλογές, αλλά και σε απλές γυναίκες που ύφαιναν, έπλεκαν, κεντούσαν, έβαφαν μαλλιά με φυσικά υλικά και ασχολούνταν με άλλες σχετικές δραστηριότητες (όπως η νεροτριβή) που ακόμη δεν είχαν χαθεί.
Έτσι της γεννήθηκε η επιθυμία να μάθει να υφαίνει, την οποία και πραγματοποίησε μέσω σεμιναρίων του Οργανισμού Χειροτεχνίας, που γίνονταν εκείνα τα χρόνια (1972-1973).
Η ενασχόλησή της με τα ζωγραφιστά φορέματα την περίοδο 1972-1978, έχει ενδιαφέρον, γιατί ενώ ήμασταν σε μια ιστορική περίοδο που αντιπαθούσαμε (θα έλεγα) το παραδοσιακό – λαϊκό (ίσως και λόγω της δικτατορίας) τα ρούχα της έγιναν αποδεκτά από εμπορική άποψη και θεωρήθηκαν εξαιρετικά κομψά και όμορφα. Άρα ήταν πρωτοπόρος του κινήματος Επιστροφή στις Ρίζες.
Μέσα από όλες αυτές τις διαδικασίες, ωρίμασε η διάθεσή της να εκφραστεί εικαστικά με το υφαντό, δηλαδή την ταπισερί.
Το 1978 αποκτά τον πρώτο της αργαλειό, τον κλασικό, στον οποίο είναι κατασκευασμένες μικρές ταπισερί με πλάτος έως 70 εκ. Τις επόμενες δύο χρονιές αγόρασε από τη Νορβηγία τους όρθιους αργαλειούς (τους λεγόμενους της Πηνελόπης) με πλάτος 80 και 120 εκ. και αργότερα κατασκευάσαμε έναν πλάτους 2,20 μέτρων.
Ένα σημαντικό στοιχείο των ταπισερί της είναι ότι τις έχει υφάνει η ίδια. Όπως είναι γνωστό, οι περισσότερες ταπισερί, που είναι έργα ζωγράφων ή εικαστικών, είναι ζωγραφισμένες από το ζωγράφο και είναι κάποιος άλλος ή κάποιο εργαστήριο που αναλαμβάνει την κατασκευή τους, επιδιώκοντας να αντιγράψει τη σύνθεση και τα χρώματα με τη χρήση βαμμένων μαλλιών.
Η Καίτη Σταυρούδη δημιουργεί τις ταπισερί καθ’ ολοκληρία μόνη – συλλαμβάνει το σχέδιο, κάνει ένα σκαρίφημα στο μέγεθος του έργου και τοποθετώντας το πίσω από τα στημόνια, το υφαίνει χρωματίζοντας καθ’ οδόν με πολλαπλές σαΐτες με τα χρώματα μαλλιών που διαθέτει. Έχει καταφέρει να εμπλουτίσει τη γκάμα των χρωμάτων με μείξη ινών (ξέστριμμα και ξαναστρίψιμο) δύο-τριών κλώνων, δημιουργώντας έτσι περισσότερες αποχρώσεις και πιο «σβηστά» χρώματα για τη μετάβαση από τη μια επιφάνεια στην άλλη.
Με διάφορες τεχνικές, αλλάζει και διαφοροποιεί την επιφάνεια, χρησιμοποιώντας δύο-δύο στημόνια ή ανάγλυφα τμήματα έξω από τη βασική επιφάνεια ή ακόμη και ξένα υλικά, όπως και μαλλιά με διαφορετικό πάχος.
Την ενασχόλησή της με τις ταπισερί τη σταμάτησε για λόγους υγείας των χεριών της, επειδή η συνεχής χρήση των δακτύλων της στο κράτημα της σαΐτας για πολλές ώρες την ημέρα, τής δημιούργησε πρόβλημα.
Οι μικρές επιφάνειες κάθε χρώματος δεν της επέτρεπαν να κάνει χρήση (όπως στον κλασικό αργαλειό) μιας σαΐτας για όλο το πλάτος. Έτσι ήταν υποχρεωμένη να δουλεύει με πολλές σαΐτες για κάθε σειρά, για κάθε χρώμα και να προχωρά το έργο πολύ αργά σειρά-σειρά. Εργασία εξαιρετικά επίπονη και με πολλή υπομονή.
Κάποια στιγμή στα τέλη της δεκαετίας του '80 άρχισε να ασχολείται με ακουαρέλες (κάτι γρήγορο σε εκτέλεση) με αρχική επιθυμία να ξεκουράζεται από την επίπονη δουλειά των ταπισερί.
Σταμάτησε να εργάζεται στις ταπισερί στα τέλη του 1989 μετά από υπόδειξη γιατρού (χειροχειρουργού) για να σώσει το χέρι της.
Συνέχισε να ζωγραφίζει σε μουσαμά, διοχετεύοντας εκεί τη δημιουργικότητά της, δίνοντας άλλες λύσεις και νέες μορφές, νέα θεματολογία, προχωρώντας καλλιτεχνικά ένα βήμα παραπέρα.
Στη ζωγραφική της, μετά από τις ακουαρέλες, δούλεψε με ακριλικά χρώματα. Δεν δούλεψε ποτέ λάδι, γιατί όντας έντονα αλλεργικό άτομο, της ήταν απαγορευτικό, λόγω της δύσπνοιας που της δημιουργούσε.
Συνέχισε δουλεύοντας μ’ αυτό τον τρόπο μέχρι το φθινόπωρο του 2011, όπου και σταμάτησε για λόγους υγείας.
Τα μικρά έργα της έκθεσης είναι κατασκευασμένα στον κλασικό αργαλειό, ενώ όλα τα μεγαλύτερα στον κάθετο αργαλειό.
Για όσους δεν είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν την Καίτη από κοντά, θέλω να αναφέρω ότι ήταν ένας άνθρωπος που είχε διαβάσει πάρα πολύ, ενδιαφερόταν για όλα και ήταν ευαισθητοποιημένη στα κοινωνικά προβλήματα. Στον ελεύθερο χρόνο της έγραφε ποίηση.
Ήταν πάντοτε αισιόδοξη για τη ζωή, κάτι που αποτυπώνεται στο έργο της. Σε όποια έκθεσή της κι αν έμπαινες, έβλεπες ένα πανηγύρι χρωμάτων και φωτός. Μεγάλες αγάπες της η θάλασσα, το γαλάζιο του Αιγαίου μας, η Ιστορία μας.
Γι’ αυτό θα κλείσω με κάτι χαρακτηριστικό από τα γραπτά της:
Ο συντομότερος δρόμος
δεν είναι η ευθεία,
είναι το όνειρο.
Είμαστε ό,τι ονειρευόμαστε.
Κι είναι τα όνειρα η μοναδική,
η αμίλητη κι ανομολόγητη χαρά μας.
Και κάπου αλλού γράφει:
Το έργο δεν δημιουργείται για να απελευθερώσει,
αλλά για να αποτυπώσει τα ίχνη ενός εσωτερικού μονόλογου.
Κι είναι το απόσταγμα του εαυτού μας!
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Φοίβος Σιονακίδης
(11-6-2019)
---
Σημείωση:Όπως έγραφα στο styx.gr για την Καίτη, πριν μερικά χρόνια:
Stavroudi Katy / Σταυρούδη Καίτη (Πορτ-Σάιντ Αιγύπτου 1933 (από Κρητικούς γονείς) – Θεσσαλονίκη 2015)
Αυτοδίδακτη καλλιτέχνης (ζωγράφος-ταπισερί). Το 1966 άρχισε να μελετά την παραδοσιακή υφαντική και από το 1978 ασχολήθηκε με την ταπισερί.
Είναι πολύ δύσκολο να αποτυπώσεις με κριτικό μάτι την τέχνη που δεν γνωρίζεις. Προσπαθώ να μεταφέρω, τι αισθήσεις διεγείρει. Είτε όμως η συναισθηματική φόρτιση που πηγάζει από τόσα χρόνια φιλίας, είτε ο ζεστός χαρακτήρας της δημιουργού -που αποτυπώνεται στο έργο της- μου προκαλούσαν πάντοτε, ιδιαίτερη συγκίνηση. (Κ. Μπ.)