ΤΟΥ ΦΑΙΔΩΝΑ ΛΕΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
Kαι οι αγνοούμενοι;
Η εκπνοή του "τελεσιγράφου" Ανάν προς τους Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους να απαντήσουν επί του σχεδίου του, δεν σημαίνει σε καμμία περίπτωση, ότι έως τις 12 Δεκεμβρίου - μέρα έναρξης των εργασιών της Συνόδου Κορυφής στην Κοπεγχάγη - θα έχει εξευρεθεί κάποια "παραγωγική" συμφωνία των δύο πλευρών, που θα μπορούσε να ενσωματωθεί στα συμπεράσματα του Συμβουλίου.
Η Λευκωσία δήλωσε από την πρώτη στιγμή, ότι είναι έτοιμη ανα πάσα στιγμή να προχωρήσει στη διαπραγμάτευση, αλλά δεν αποδέχεται τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, που θέτει ο Κόφι Ανάν. Ούτε βεβαίως μπορεί να δεχθεί την αυτόματη "εκτέλεση" τμημάτων του σχεδίου από τον ΓΓ σε περίπτωση, που υπάρξει διαφωνία.
Η άλλη πλευρά, ωστόσο, έχει το μεγάλο πρόβλημα. Το "ναί" στη διαπραγμάτευση, που είπε τελικά κάτω από πίεση ο Ραούφ Ντενκτάς είναι στην ουσία "όχι". Τόσο αυτός, όσο και οι Τούρκοι στρατηγοί, αμφισβητούν βασικά σημεία του σχεδίου, μεταξύ των οποίων η επιστροφή εδαφών, συμπεριλαμβανομένης και της Μόρφου, καθώς και η επανεγκατάσταση Ελληνοκυπρίων στο βόρειο τμήμα του νησιού. "Στρατηγικά λάθη" χαρακτηρίζονται αυτές οι προβλέψεις από την έκθεση, που υπέβαλε το τουρκικό Γενικό Επιτελείο στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της χώρας.
Ο χρόνος, λοιπόν, των 12 ημερών, που απομένει έως την Κοπεγχάγη δεν επιτρέπει καμμία ουσιαστική διεργασία επί του σχεδίου Ανάν πέραν αυτών, που, σε επίπεδο διπλωματικής τακτικής, έχουν γίνει έως τώρα.
Αντιθέτως, το κέντρο βάρους των προσπαθειών εντοπίζεται, ήδη, στη μάχη, που θα δοθεί για την απρόσκοπτη και χωρίς αιρέσεις ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαική Ενωση.
Έίναι, μάλιστα, η πρώτη - μετά το 1974 - φορά, που η Ελλάδα και η Κύπρος κινούνται σε ευνοικό περιβάλλον.
Οι δύο βασικότερες ευρωπαικές κυβερνήσεις, η γερμανική και η γαλλική, καθώς και η Επιτροπή, μέσω του Ρομάνο Πρόντι και του Γκύντερ Φερχόιγκεν, έχουν δηλώσει επανειλημμένα, ότι η λύση του Κυπριακού δεν αποτελεί προυπόθεση για την ένταξη και μόνον ως "ευχή" αντιμετωπίζουν μία συμφωνία, που θα επέτρεπε την είσοδο μιάς Ενιαίας Κύπρου στην Κοινότητα.
Σημαντική δε εξέλιξη αποτελεί και η αντίστοιχη προχθεσινή δήλωση του Βρετανού πρωθυπουργού Τόνι Μπλέρ στη Βουλή των Κοινοτήτων.
Παρόλα αυτά το διπλωματικό μας επιτελείο θα πρέπει να δώσει αποφασιστική μάχη στην Κοπεγχάγη, ώστε να μην υπάρξει ίχνος αμφιβολίας, ότι η ένταξη της Κύπρου θα βρεθεί υπό αίρεση, αν τελικά δεν εξευρεθεί λύση στο πολιτικό πρόβλημα, λόγω της αδιάλλακτης στάσης, που τηρεί η τουρκική πλευρά. Αλλωστε, η τυχόν επανένωση της νήσου, εξαρτάται πλέον από την Αγκυρα και τους Τουρκοκυπρίους. Αυτοί θα κρίνουν, αν θα επιμείνουν να διατηρηθεί η "Πράσινη Γραμμή", το τελευταίο "τείχος" στην Ευρώπη, η αν θα αποτελέσει το βόρειο τμήμα της Κύπρου, αναπόσπαστο μέρος της Κοινότητας.
Ετσι, η Αθήνα θα επιδιώξει στην Κοπεγχάγη μία "καθαρή λύση", που, βεβαίως, θα αφήνει ανοιχτή την προοπτική πολιτικής διευθέτησης του προβλήματος, έως τον Απρίλιο του 2003, οπότε θα υπογραφεί επίσημα η Συμφωνία της Διεύρυνσης. Και ταυτοχρόνως θα συμβάλλει στην αποδοχή του τουρκικού αιτήματος να δοθεί μία "ημερομηνία για την ημερομηνία" της προσέγγισης της γειτονικής χώρας στην Ευρώπη, εφόσον φυσικά αυτή εκπληρώσει τα σχετικά κριτήρια. Αλλά σε καμμία περίπτωση δεν θα συναινέσει σε θέσεις, που θα καθιστούν - έστω και ως "διατυπώσεις" - την Κυπριακή Δημοκρατία, "όμηρο" της βούλησης του Ντενκτάς και των στρατηγών.
Η θέση αυτή, πρέπει να υποστηριχθεί όλες οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου, αλλά και από την εσωκομματική αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ, χωρίς καιροσκοπισμούς και μικροπολιτικούς υπολογισμούς.