Γερμανική εφημερίδα
παρομοιάζει την ασφυχτική
κατάσταση των Μέσων
στην Ελλάδα με την Τουρκία

Στην Τουρκία η ελευθεροτυπία βρίσκεται υπό διωγμό, δημοσιογράφοι φυλακίζονται, ενώ στην Ελλάδα πέφτει «μαύρο» σε ενοχλητικούς για την κυβέρνηση τηλεοπτικούς σταθμούς και δημοσιογράφοια πειλούνται με ανεργία...
Οι τουρκικές αρχές κατέσχεσαν τη Δευτέρα το βράδυ τηλεοπτική συνέντευξη της Deutsche Welle που είχε παραχωρήσει ο Τούρκος υπουργός Νεολαίας και Αθλητισμού Ακίφ Κίλιτς για την εκπομπή Conflict Zone. Ο Τούρκος υπουργός δυσαρεστήθηκε από τις ερωτήσεις του δημοσιογράφου Μισέλ Φρίντμαν για την κατάσταση της ελευθερία του Τύπου στην Τουρκία και τις συλλήψεις δημοσιογράφων.

Φωτό από την επίμαχη συνέντευξη του υπουργού Νεολαίας και Αθλητισμού Ακίφ Κίλιτς στην εκπομπή Conflict Zone της DW.
Το ζήτημα όμως έχει πάρει ευρύτερες διαστάσεις: Η τουρκική κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι δεν προχώρησε σε κατάσχεση του υλικού και από την άλλη, τον Πρόεδρο της Deutsche Welle Πέτερ Λίμπουργκ να δηλώνει πως «εάν είχαμε πράγματι το υλικό απλά θα το παρουσιάζαμε».
Ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ, δήλωσε χθες πως «Η ελευθερία του Τύπου είναι για εμάς ένα αδιαπραγμάτευτο αγαθό».
Θερμό χειροκρότημα από όλα τα κόμματα εισέπραξε και η υφυπουργός Πολιτισμού Μόνικα Γκρύτερς, όταν χθες δήλωσε ενώπιον του γερμανικού κοινοβουλίου ότι «η κατάσχεση του υλικού από μια τηλεοπτική συνέντευξη με έναν υπουργό όπως στην Τουρκία, δεν συνάδει με τη άποψή μας περί ελευθερίας του Τύπου».
Τι συμβαίνει όμως με την ελευθερία του Τύπου μετά το πραξικόπημα; Ο Κρίστιαν Μιρ , επικεφαλής της οργάνωσης "Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα" επισημαίνει: «Η κατάσταση έχει κορυφωθεί με έναν δραματικό τρόπο. Και προηγουμένως η κατάσταση ήταν άσχημη αλλά μετά το πραξικόπημα η Τουρκία είναι η μεγαλύτερη φυλακή για δημοσιογράφους στον κόσμο και έχει πάρει το ρόλο αυτό από την Αίγυπτο και την Κίνα».
FAZ: Παρομοιάζει με Τουρκία την κατάσταση των δημοσιογράφων στην Ελλάδα

Σε ένα ιδιαίτερα αιχμηρό της άρθρο η FAZ επικρίνει σφοδρά την ελληνική κυβέρνηση για το θέμα των τηλεοπτικών αδειών, συγκρίνοντας τις πρακτικές που ακολουθεί με εκείνες του Τ. Ερντογάν στην Τουρκία
Τίτλος του άρθρου στην ιστοσελίδα της Frankfurter Allgemeine Zeitung: «Όποιος δεν πληρώνει λύτρα, κλείνει», και υπότιτλος: «Η κυβέρνηση όχι μόνο στην Τουρκία θέτει υπό έλεγχο τα Μέσα: Ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας καθιστά τη ραδιοτηλεόραση υποτελή, δημοπρατώντας λίγες τηλεοπτικές άδειες έναντι εκατομμυρίων».
Όπως αναφέρει ακόμη η εφημερίδα, «όταν πρόκειται για το κλείσιμο ΜΜΕ από μία κυβέρνηση, δεν χρειάζεται να φτάσει κανείς μέχρι την Τουρκία του Ερντογάν. Και η ελληνική κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα καταβάλλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να αποκτήσει καθοριστική επιρροή στο εθνικό τηλεοπτικό πεδίο. Μέχρι πριν λίγες εβδομάδες υπήρχε ο φόβος στους συντηρητικούς για μια αυταρχική κατάληψη της εξουσίας με την άνωθεν επιβεβλημένη μείωση των τηλεοπτικών καναλιών εθνικής εμβέλειας από επτά σε τέσσερα αλλά και (φόβος) για όσο το δυνατόν μεγαλύτερα εμπόδια σε ‘φίλους’ της συντηρητικής αντιπολίτευσης. Αυτό ταιριάζει στη γενικότερη εικόνα, καθώς ο Τσίπρας και ο ακραία αριστερός, εν μέρει κομμουνιστικός ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρούν με συνέπεια να καλύψουν όσο το δυνατόν περισσότερες θέσεις-κλειδιά στη χώρα, αρχής γενομένης από τη δικαιοσύνη».
Όπως γρ΄σφει η εφημερίδα, άδειες έλαβαν όμως και δύο επιχειρηματίες, φίλα διακείμενοι προς την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίοι μπορούν τώρα να λειτουργούν τηλεοράσεις εθνικής εμβέλειας, παρότι μέχρι σήμερα δεν έχουν να επιδείξουν δραστηριότητα στο πεδίο αυτό.
«Για την κυβέρνηση ο σημαντικότερος νικητής του διαγωνισμού είναι ο επιχειρηματίας Γιάννης Καλογρίτσας, γιός του πρώην εκδότη της αριστερής εφημερίδας ‘Πρώτη’, (σ.σ. την έκλεισε εδώ και χρόνια) ενλω συνεχίζει να δραστηριοποιείται στον κατασκευαστικό κλάδο. Η οικογένειά του αγόρασε την κατασκευαστική εταιρία του πατέρα του πρωθυπουργού Τσίπρα και οι αντίπαλοί του λένε ανταμείφθηκε για αυτό με αναθέσεις δημοσίων έργων ύψους τριψήφιου αριθμού εκατομμυρίων».
Η στρατηγική της κυβέρνησης προκάλεσε αιχμηρά σχόλια, αναφέρει η εφημερίδα, παραπέμποντας στις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και της ΕΣΗΕΑ.





