Τι χρειάζεται για να μπει φρένο
στην απαξίωση μιας ιστορικής εφημερίδας
Νέα κρίση έχει ξεσπάσει σε μία από τις ιστορικότερες εφημερίδες της Βόρειας Ελλάδας Αυτό φαίνεται κι από την επιστολή που έχει στείλει ο (ως τον περασμένο μήνα ο διευθυντής της «Μακεδονίας» και πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΜΘ), Δημήτρης Γουσίδης, προς τον ιδιοκτήτη της εφημερίδας κ. Γιάννη Ρήγα.
Είμαι υποχρεωμένος και αναγκασμένος από τα γεγονότα να σας στείλω αυτή την επιστολή, ώστε να θέσω υπόψη σας ορισμένα πράγματα για τα οποία ειλικρινά και εγώ ο ίδιος, ακόμη και αυτήν τη στιγμή που σας γράφω, δεν έχω επαρκή εξήγηση.
Εκ προοιμίου υπογραμμίζω ότι η επιστολή αυτή δεν έχει κανένα δόλο και δεν υπαγορεύεται από καμία υστερόβουλη σκέψη. Θέλω μόνο να υπερασπιστώ την επαγγελματική μου τιμή, αξιοπρέπεια και υπόσταση, την οποία ποικιλοτρόπως προσπάθησε εξαρχής να πλήξει η κ. Σουλοπούλου, επιλέγοντας από την πρώτη στιγμή της συνεργασίας μας την οδό της αντιπαλότητας σε ό,τι σχετίζεται με το δημοσιογραφικό σκέλος της εφημερίδας.
Σημαντικό κίνητρό μου είναι όμως και η συνέχιση έκδοσης της εφημερίδας Μακεδονία. Η επιστολή αυτή αποτελεί λοιπόν και μια προσπάθεια να μπει φρένο στην απαξίωση της ιστορικής εφημερίδας, η οποία συνεχίζει να υπάρχει χάρη στον επαγγελματισμό και το φιλότιμο των περίπου 80 δημοσιογράφων της, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Δυστυχώς η κ. Σουλοπούλου θα καταφέρει να την απαξιώσει πλήρως, αν δεν ανακοπεί άμεσα η δράση της.
Μία εφημερίδα, όπως και κάθε άλλη επιχείρηση, για να λειτουργήσει χρειάζεται μία ελάχιστη υποδομή, την κατάλληλη προετοιμασία. Και φυσικά έναν στόχο. Για να επιτύχω αυτόν το στόχο ως διευθυντής έπρεπε να έχω τη στοιχειώδη υποστήριξη.
Στο πλαίσιο αυτό:
- Ζήτησα να γίνει μία σφυγμομέτρηση στον γεωγραφικό χώρο της Βόρειας Ελλάδας, ώστε να γνωρίζουμε το εν δυνάμει αναγνωστικό μας κοινό και να διαμορφώσουμε αναλόγως την ύλη μας.
- Ζήτησα γραμματειακή υποστήριξη, όχι για προσωπική χρήση αλλά για την υποβοήθηση του δημοσιογραφικού έργου ολόκληρης της εφημερίδας.
- Ζήτησα συνεργασία με διεθνή πρακτορεία ειδήσεων – καμιά εφημερίδα που σέβεται τον εαυτό της δεν έχει υποστήριξη μόνο από το Αθηναϊκό Πρακτορείο και ειδήσεις από την τηλεόραση…
Εισέπραξα άρνηση σε όλα – εκτός αν θωρηθεί ικανοποιητική ανταπόκριση το γεγονός ότι η κ. Σουλοπούλου μού γνωστοποίησε μία παλιά έρευνα που βρήκε στο συρτάρι της και με κάλεσε να βγάλω τα συμπεράσματά μου.
Πιστεύω ότι για να κριθεί στο έργο του ένας διευθυντής εφημερίδας θα πρέπει αυτός να γνωρίζει εξαρχής την εκδοτική γραμμή του φύλλου, να λάβει το ελάχιστο της στήριξης που έχει προσυμφωνήσει και να αφεθεί να πράξει κατά βούλησιν μέχρι να έρθει η ώρα της κρίσης.
Αντιθέτως, εγώ αξιολογήθηκα αρνητικά εξαρχής, προφανώς γιατί θέλησα να υπερασπιστώ τη δημοσιογραφία και το βαρύ όνομα της Μακεδονίας.
Το πριόνισμα της καρέκλας μου άρχισε από την πρώτη στιγμή με τις καθυστερήσεις στην πληρωμή των εργαζομένων. Όπως πολύ καλά γνωρίζετε, εργαζόμενοι οι οποίοι δεν ξέρουν πότε θα πάρουν στα χέρια τους τον επόμενο μισθό δεν είναι δυνατόν να μείνουν προσηλωμένοι στη δουλειά τους. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για δημοσιογράφους, οι οποίοι υπηρετούν το πολύτιμο κοινωνικό αγαθό της πληροφόρησης της κοινής γνώμης.
Επικαλούμαι χαρακτηριστικά παραδείγματα:
· Οι εργαζόμενοι στη Μακεδονία, αυτή τη στιγμή, έχουν να πληρωθούν τρία δεκαπενθήμερα.
· Στους συνεργάτες εξ Αθηνών οι καθυστερήσεις αγγίζουν τους τέσσερις μήνες.
· Στην ανταποκρίτρια της Κομοτηνής, που αμείβεται με 300 ευρώ το μήνα, η εφημερίδα οφείλει αμοιβές ενός χρόνου.
· Ο μέχρι πρότινος διευθυντής έχει να λάβει ολόκληρο μισθό από τον Φεβρουάριο, ενώ δεν του έχει καταβληθεί επίσης ολόκληρο το δώρο του Πάσχα (ο μόνος μεταξύ των εργαζομένων στον οποίον επιφυλάχθηκε τέτοια μεταχείριση).
Λάθη της κ. Σουλοπούλου ανά τομέα:
Πριν να αρχίσει η συνεργασία μου
με την κ. Σουλοπούλου, είχαμε συμφωνήσει ως προϋπόθεση ότι δεν θα γίνουν απολύσεις
στον τομέα ευθύνης μου. Κι όμως, μόλις τρεις μέρες αργότερα, άρχισε η
κατασυκοφάντηση των δημοσιογράφων με βάση τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, τις
κοινωνικές τους ανησυχίες και το πόσο αρεστοί ήταν σε κάποιους ανθρώπους τους
οποίους η κ. Σουλοπούλου χρησιμοποιεί για να μαθαίνει τι συμβαίνει στον εργασιακό
χώρο (σ’ αυτούς θα μου επιτρέψετε να επανέλθω…).
Είχαμε επίσης
συμφωνήσει ότι δεν θα γίνεται καμία παρέμβαση στο περιεχόμενο της εφημερίδας
όσον αφορά τη δημοσιογραφική ύλη. Σαφώς και η κ. Σουλοπούλου, ως εκπρόσωπός σας,
είχε το δικαίωμα να επισημαίνει τη γραμμή της εφημερίδας και να συζητά μαζί μου
τους λόγους που υπαγορεύουν αυτή την επιλογή.
Όμως,
λίγο καιρό μετά την ανάληψη των καθηκόντων μου, άρχισε η ίδια να παρεμβαίνει
εντελώς άκομψα σχολιάζοντας τους πρωτοσέλιδους τίτλους και προσπαθώντας να
αλλάξει τα θέματα που επέλεγα.
Χαρακτηριστική
(κυρίως για τα κριτήριά της) τέτοια παρέμβαση έγινε μετά τη δημοσίευση
πρωτοσέλιδου τίτλου για την πρώτη δημόσια τράπεζα βλαστοκυττάρων που θα
λειτουργούσε στη Θεσσαλονίκη. Την επομένη μου είπε ότι οικογενειακός της φίλος,
προβεβλημένος γυναικολόγος (το όνομα του στη διάθεσή σας), δεν ενέκρινε(!) το
θέμα – προφανώς επειδή διαθέτει τη δική του ιδιωτική τράπεζα βλαστοκυττάρων!
Οι
παρεμβάσεις επεκτάθηκαν στην κατάργηση ψύχραιμων αρθρογράφων, οι οποίοι κρίθηκε
ότι δεν έπρεπε να εκφράζουν άποψη από την
κεντροδεξιά εφημερίδα μας (λες και επρόκειτο για κομματικό έντυπο), κι
έφτασαν ως τη… μέτρηση του μεγέθους των φωτογραφιών, με παρατηρήσεις του τύπου η φωτογραφία του Γ. Παπανδρέου είναι
μεγαλύτερη από αυτή του Καραμανλή. Φυσικά και δεν γίνεται έτσι η πολιτική
παρέμβαση από καμία εφημερίδα.
Μία
Κυριακή έμαθα έκπληκτος ότι «το σκορ ήταν πέντε δύο». Η κ. Σουλοπούλου μέτρησε στην
κυριακάτικη έκδοση (σαν να επρόκειτο για μπακαλική) πέντε ρεπορτάζ για τα άλλα
κόμματα και μόνο δύο για τη ΝΔ. Ήταν αστείο ακόμη και να εξηγήσω ότι τα
αντιπολιτευτικά κόμματα είναι περισσότερα από το ένα και μοναδικό κυβερνών.
Το πρωτοσέλιδο
που επισήμαινε τις καθυστερήσεις στην υποθαλάσσια αρτηρία δεν είδε ποτέ το φως
της δημοσιότητας, γιατί η κ. Σουλοπούλου έκρινε πως δεν έπρεπε – και αυτό
προκάλεσε μια ακόμη σύγκρουση, μετά την οποία ξεπέρασα τα όριά μου.
Η κ.
Σουλοπούλου έφτασε στο σημείο να χλευάσει την επιλογή μου να κάνω πρωτοσέλιδο
τίτλο την παράδοση της Εγνατίας οδού από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Όταν της
αντέτεινα ότι για μία κεντροδεξιά εφημερίδα ο τίτλος αυτός, λίγες μέρες πριν
από τις ευρωεκλογές, ήταν ιδανικός και της έδειξα την Καθημερινή η οποία τυχαία είχε επιλέξει τον ίδιο τίτλο, μου είπε
ότι βρήκα πάτημα για να δικαιολογήσω την άστοχη επιλογή μου!
Πέρα
από τις παρεμβάσεις της στο δικό μου έργο, δεν δίσταζε να παρεμβαίνει και σε
επιμέρους θέματα συντακτών με τους οποίους επικοινωνούσε η ίδια, απευθείας, χωρίς
να σέβεται την ιεραρχία της εφημερίδας και προκαλώντας δυσλειτουργίες και
τριβές μεταξύ συναδέλφων.
Σε
κάθε προσπάθειά μου να αρθεί αυτό το ανορθόδοξο καθεστώς λειτουργίας, αντέτεινε
την απόλυτη θέση της ότι γνωρίζει καλά τη δημοσιογραφία και τον τρόπο που
λειτουργεί μία εφημερίδα. Αυτή η ολέθρια αντίληψη την οδήγησε να προσπαθεί να
υποκαταστήσει τη διεύθυνση του φύλλου. Αυτή η αλαζονική συμπεριφορά την έκανε
να πιστεύει ότι οι δημοσιογράφοι δεν διαθέτουν καμία αξία και ότι η ύπαρξη τους
δεν έχει καμία χρησιμότητα για την εφημερίδα.
(συνεχίζεται....)
το β' στη διεύθυνση: http://www.styx.gr/index.cfm?Action=RTCL&CLiD=2366 )





