«Έστι δε και ενθάδε
διώρυξ κρυπτή» (Στράβων)
του Χρήστου Κηπουρού
Τα λόγια βέβαια αυτά του Στράβωνα αναφέρονται σε μια σπουδαία για την εποχή εκείνη διώρυγα ανάμεσα στη Δικαιάρχεια και τη Νεάπολη στην Ιταλική Χερσόνησο, όμως θα μπορούσαν να είναι και σήμερα επίκαιρα για την δική μας περιοχή. Γιατί υπάρχει και εδώ μια θαλάσσια διώρυγα κρυπτή -μιλώ για την κατασκευή διώρυγας μεταξύ Burgas-Αλεξανδρούπολης- η οποία όταν θα αποκαλυφθεί, εννοείται διαμέσου της εκσκαφής της, όταν δηλαδή γίνει και δοθεί στην κυκλοφορία, θα φέρει τα πάνω κάτω στην ευρύτερη περιοχή, αν όχι και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μιλούσα μεν από δεκαετιών για ένα by pass των θαλασσίων Δαρδανελίων, όμως δεν πήγαινε ποτέ το μυαλό μου μέχρι τη διώρυγα. Έμενα στα Χερσαία Δαρδανέλια. Στα Δαρδανέλια της ξηράς που βρίσκονται στον Έβρο, όπως σημειώνει στην υπέροχη εξιστόρησή του για την ευρύτερη περιοχή και τα μαρτύρια των λαών της, ο Henry Morgenthau στην αυτοβιογραφία του κατά την περίοδο που διετέλεσε πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στην Τουρκία των γενοκτονιών.
Και βέβαια δεν μιλώ για επανάκτηση της γνωστής από την ιστορία πλωτότητας από τον ποταμό Έβρο. Ούτε μιλώ για πλοιάρια και ποταμόπλοια. Άλλο αυτό και άλλο η διώρυγα που οφείλει να δέχεται κάθε κατηγορίας πλοία και μάλιστα το βάθος όσο και το πλάτος της να εξασφαλίζουν στη λειτουργία του νέου αυτού θαλάσσιου δρόμου δύο λωρίδες κυκλοφορίας και διάπλου. Και από βορά προς νότο, και αντίστροφα.
Ναι μεν ο συμφωνηθείς μεταξύ Ρωσίας, Βουλγαρίας και Ελλάδας πετρελαιαγωγός Burgas Αλεξανδρούπολης είναι ένα μεγάλο έργο, όμως άλλο τόσο μεγάλο είναι το κόστος σε μόλυνση, παρά τις όποιες περιβαλλοντικές μελέτες και μέτρα προστασίας. Και μόνο τα απόβλητα νερά των πετρελαιοφόρων αρκούν για να εκφράσει κανείς τις επιφυλάξεις του αν όχι την εναντίωσή του απέναντι στον πετρελαιαγωγό. Η οποία θα γίνει ακόμη μεγαλύτερη όταν αρχίσει να καταβάλλεται στην πράξη το τίμημα. Πόσο μάλλον μεγαλύτερη θα είναι η εναντίωση όταν επιβεβαιωθούν τα περί του διυλιστηρίου.
Ας μην επεκταθώ στο εκ των τριάντα πέντε ψωροεκατομμυρίων Ευρώ ετήσιο όφελος από τη διέλευση του μολυσματικού και αντιδημοκρατικού αυτού καυσίμου γνωστού και ως βασιλιά των καυσίμων. Το πρόβλημα δεν είναι οικονομίστικο. Αυτό διδάσκει άλλωστε η ίδια η Θρακική ιστορία. Από την περίοδο του Σπάρτακου και την εκ μέρους του αγώνα του ιδανίκευση του Ελληνιστικού πνεύματος προς την ελευθερία, έως πρόσφατα. Πρώτα άλλωστε κάθε κοινωνία είναι κοινωνική και μετά οικονομική. Ας μη το κατανοούν αυτό πολλοί. Όταν όμως θα παίρνουν μαθήματα από τους λαούς, όπως στο Δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα και τους Γάλλους, θα αναγκάζονται να αλλάζουν γνώμη. Και ας νομίζουν ότι μπορούν να τους εξαπατήσουν εκ νέου.
Δεν αντιλέγω στην αλλαγή γνώμης. Απλά σε κάποια πράγματα χρειάζεται κανείς να καταλήγει από νέος. Να μπορεί ως γέροντας να σχετίζεται με τη γερουσία, όσο και με τη σοφία. Να το πω αλλιώς. Αν ο άνθρωπος του κέρδους είναι η περιουσία, το κέρδος του ανθρώπου είναι η ουσία. Αυτό με χαρά διαπίστωσα από τα λόγια συμπατριώτη από τις Φέρρες, σε πρόσφατη συζήτηση μαζί του. Για την ακρίβεια πρόκειται για ένα παλιό μεν αντάρτη αλλά και νέο, έστω και αν διανύει το ογδοηκοστό όγδοο έτος του.
Προ πολλών δεκαετιών ο κυρ Μιχάλης Μπολτσίδης είχε ακούσει κάτι το οποίο ναι μεν στη συνέχεια ξεχάστηκε, μια και δεν είδε ποτέ ξανά το φως, όμως ο ίδιος δεν το ξέχασε. Ο λόγος για τη Σοβιετική «απειλή» κατασκευής, μέσα σε ελάχιστους μήνες, διώρυγας μεταξύ Μαύρης Θάλασσας και Αιγαίου, μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας, σαν απάντηση στις τουρκικές καθώς και άλλες απειλές για το ενδεχόμενο κλείσιμο των Στενών, ο διάπλους των οποίων διέπεται ως γνωστό από εβδομηκονταετίας και πλέον, από τη γνωστή Συνθήκη του Montreux. Μια συνθήκη που ναι μεν αναφέρεται στη λέξη Στενά χωρίς επιθετικό προσδιορισμό, χωρίς τη λέξη «Τουρκικά», που όμως ως γνωστό έγινε δεκτό και αυτό από το ημεδαπό Υπουργείο Εξωτερικών, το 2002.
Δεν γνωρίζω αν υπάρχουν σήμερα οι τεχνικές δυνατότητες κατασκευής και υποδοχής από τη γεωμορφολογία όσο τις διασταυρώσεις και παραλληλίες με τους υπάρχοντες ποταμούς ενός τέτοιου μεγάλου έργου που πέραν της απορροής των πλημμυριζόντων υδάτων τους καθότι σε μεγάλο της τμήμα η διώρυγα θα είναι παρέβρια, θα αλλάξει τη γεωγραφία όσο και την ιστορία της περιοχής. Ούτε γνωρίζω αν η τότε Σοβιετική δια του Στάλιν δήλωση είχε σχέση με τη διώρυγα σύνδεσης της Λευκής Λίμνης με τη Βαλτική, το καταναγκαστικό εκείνο έργο που αποπερατώθηκε σε μια διετία και όπου εργάστηκαν πολλές δεκάδες χιλιάδες εξόριστων. Απλά γνωρίζω ότι πρέπει να ανοίξει μια σοβαρή συζήτηση στην Ε.Ε. για το θαλάσσιο αυτό by pass των Δαρδανελίων.
Δεν σπεύδω να μιλήσω -αν φυσικά το έργο είναι εφικτό- για τους κάθε κατηγορίας πλόες, διαμέσου του. Από τα εμπορικά έως τα πετρελαιοφόρα που θα μπορούν να επιλέγουν αντί των Στενών, μια εναλλακτική διαδρομή. Ούτε και αν ποτέ δίπλα στην Ορεστιάδα θα μπορούν να ψαρεύονται παλαμίδες της μαύρης θάλασσας ή ακόμη και πελαγίσια ψάρια εκ του Θρακικού. Ούτε αν επιβεβαιωθεί ο πολιτευτής εκείνος που έλεγε στους δυμοτιανούς ότι θα τους φέρει θάλασσα. Μπορώ όμως να ισχυριστώ ότι η Ελλαδική και η Βουλγαρική Θράκη μετά των χωρών τους, όσο η ίδια η Ευρώπη, θα αποκτήσουν μια τεράστια γεωστρατηγική, γεωοικονομική και γεωπολιτική υπεραξία.
Δεν λέω να αρχίσει αύριο. Άλλωστε όλες σχεδόν οι γνωστές διώρυγες προτού γίνουν, είχαν πίσω τους μια όχι και μικρή ιστορία. Και δεν αναφέρομαι μόνο στη διώρυγα του Παναμά που για πρώτη φορά παραδόθηκε σε λειτουργία το 1914 και που επάνω στην εκατονταετία, το 2014 δηλαδή, πρόκειται να παραδοθεί η βελτιωμένη εκδοχή της με όσους συμβολισμούς περικλείει αυτό. Ούτε στη διώρυγα του Σουέζ, που λίγο πολύ είναι γνωστή και η δική της ιστορία. Ούτε καν αναφέρομαι στη διώρυγα της Κορίνθου η οποία κατά το πρώτον συζητήθηκε στην αρχαιότητα, και που χρειάστηκε ένας Χαρίλαος Τρικούπης να τη βάλει μπροστά.
Η εισαγωγή της Θρακικής διώρυγας στην Ευρωπαϊκή ατζέντα είναι άλλων διαστάσεων, πολύ διαφορετικών. Όχι μόνον Ελληνικών, Βουλγαρικών και Ευρωπαϊκών αλλά διεθνών και παγκόσμιων. Όσο τώρα για τις άλλες διαστάσεις που έλεγα, αν το μήκος του έργου ανέρχεται σε 320 περίπου χιλιόμετρα με μέσο πλάτος 100 μέτρα και μέσο βάθος 20 μέτρα, τότε αντιλαμβάνεται κανείς περί τίνος είδους εργοστασιακό συγκρότημα μιλάμε. Και τι είδους διακρατική, Ευρωπαϊκή και βέβαια διεθνή κοινοπραξία.